depyrizou@gmail.com

+30 210 953 6752

Search
Close this search box.

Η εξαιρετική ζωή του Λευκάδιου Χερν: Μια παραδειγματική δημιουργική διαχείριση της τραυματικής παιδικής ηλικίας

Dipl. Psych. Ευτέρπη Ρίζου

Περίληψη

Ο Λευκάδιος Χερν (Yakomo Koizumi) απέκτησε παγκόσμια φήμη αρχικά ως ικανός δημοσιογράφος στις Ηνωμένες Πολιτείες και κατόπιν ως μοναδικός στο είδος του ερευνητής, συγγραφέας και μελετητής στον ιαπωνικό πολιτισμό και την λογοτεχνία. Εκτός από αυτό το αξιοσημείωτο επίτευγμα, από την οπτική γωνία της κλινικής ψυχολόγου, η ζωή του αποτελεί μια εξαιρετική περίπτωση υπέρβασης, όσον αφορά την βαθιά ταραγμένη παιδική του ηλικία (η προβληματική σχέση του με τον πατέρα του και τη μητέρα του, η κακή του όραση, η απώλεια της κληρονομιάς του είναι μόνο μερικά παραδείγματα). Μέσα από το ιστορικό του και τις αφηγήσεις των βιογράφων του ερευνάται ο μοναδικός του τρόπος επεξεργασίας των βιωμάτων αυτών μέσω της γνωστής δημιουργικότητάς του, που επισκιάζει την συμπτωματολογία μιας μάλλον αναμενόμενης και απόλυτα δικαιολογημένης βαθιά ψυχοπαθολογικής δομής προσωπικότητας.

Εισαγωγή: Ο σκιώδης Έλληνας

Η πρώτη παρουσίαση της εργασίας μου αυτής έγινε στην εκδήλωση-αφιέρωμα  που οργάνωσε ο κύριος Δημήτρης Αγραφιώτης στο Beton7 Gallery  «Λευκάδιος Χερν. Ένας σκιώδης Έλληνας».

Ο τίτλος του αφιερώματος αυτού στον Λευκάδιο Χερν μου κοινοποιήθηκε αφού είχα αρχίσει την επεξεργασία για την παρούσα παρουσίαση και μου επέκτεινε τους προβληματισμούς μου.

Γιατί σκιώδης; Που σημαίνει είτε «ο σκιερός», είτε αυτός «που γίνεται σε χαμηλούς τόνους, που δεν έχει ένταση», ή ακόμα και «ο σχεδόν ανύπαρκτος, πάρα πολύ άτονος»

Μια μορφή με άτονη ή σχεδόν ανύπαρκτη ελληνικότητα λοιπόν; Ένας Έλληνας χαμηλών τόνων; Ή ένας Έλληνας που η την λογοτεχνική του δημιουργία την σημάδεψε η έννοια της Σκιάς, αυτό που εγώ ονομάζω φαντασ(μα)τικό; Ή ένας Έλληνας που αποκρυπτογράφησε / μετέγραψε  μοναδικά σημασία της Σκιάς στην Ιαπωνική παράδοση, μετατρέποντας το ghastly (η νεκρική ωχρότητα, το τρομακτικό) σε  ghostly (το φαντας(μα)τικό, το άυλο);

Κατόπιν «σκόνταψα» στα λόγια του ίδιου του Λευκάδιου:

“It is a very beautiful world; the ugliness of some humanity only exists as the shadowing that outlines the view”  .

Και όπως ήταν επόμενο, άρχισα την μελέτη μου με το έργο του“Shadowings”.

Στο κείμενο του Japanese Studies αναφέρεται με την χαρακτηριστική του «μικρογραφική» λεπτομέρεια στα είδη τζιτζικιών της Ιαπωνίας και κάνει τον συσχετισμό της μεταμόρφωσης από κάμπια σε πεταλούδα σύμφωνα με την ελληνική παράδοση, ως έμβλημα την εξύψωσης της ψυχής με το κέλυφος που αφήνει το τζιτζίκι όπως το «κέλυφος – σώμα» που αφήνει ο άνθρωπος όταν πεθαίνει για να μετενσαρκωθεί σύμφωνα με την βουδιστική παράδοση. Μήπως κι εκείνος δεν έκανε κάτι αντίστοιχο προτού ακόμα πεθάνει; Αναγεννήθηκε στην Ιαπωνία, μια χώρα που τον περιέβαλλε με μητρική θαλπωρή.

Η σχέση του με μητέρα / πατέρα

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι ο Χερν ανακαλεί με πολύ τρυφερότητα την μητέρα του και πιθανόν η Γιαπωνέζα γυναίκα του να του θύμιζε την “mama-san” μητέρα του’ «Ήταν κοντού αναστήματος, με μαύρα μαλλιά και μαύρα μάτια, σαν Γιαπωνέζα», την οποία χαρακτήριζε η δυσκολία της επικοινωνίας (ξένη γλώσσα) όπως και τον Χερν στην Ιαπωνία..

Παρόλα αυτά όπως προείπαμε η Ιαπωνία / Ανατολή τον περικαλύπτει μητρικά.

Ενώ οι εμπειρίες του στη Δύση αναπαράγουν την πίκρα, δυσκολία κ απόρριψη της σχέσης με τον πατέρα του, για τον οποίο σχεδόν πάντα εκφραζόταν με πικρία, για την μητέρα του όμως πάντα με αγάπη.

Τολμούμε να πούμε ότι η γεφύρωση Δύσης – Ανατολής συμβολίζει αντίστοιχα για τον Χέρν την εξισορρόπηση Αρσενικού – Θηλυκού / Πατέρα – Μητέρας., μέσω του μητρικού προτύπου όμως (Ανατολή-Ιαπωνία).

Η γεφύρωση αυτή ήταν κοπιώδης και γεμάτη εμπόδια. Δεν έφτανε που ο γάμος των γονιών του ήταν εναντίον στα ήθη της Λευκάδας’ βρέθηκε και με την μητέρα του στο Δουβλίνο όπου και η ίδια , καθώς και ο γάμος της με τον Χερν είχε το στίγμα του ανεπιθύμητου λόγω της θρησκευτικής της διαφοροποίησης σε ένα θρησκόληπτο περιβάλλον, που κλήθηκε να ζήσει χωρίς τον σύζυγο της κ χωρίς να μιλάει την γλώσσα, ώστε τουλάχιστον να υπάρχει μια εξελισσόμενη οικειότητα / συμφιλίωση με την κουνιάδα της μέσω της καθημερινής επικοινωνίας.

Το οξύμωρο εδώ είναι πως ούτε και ο Χερν μίλησε γρήγορα τα Ιαπωνικά όταν εγκαταστάθηκε στην Ιαπωνία, παρόλα αυτά η επαφή του με την Ιαπωνική ψυχή ήταν άμεση και η επικοινωνία του με την οικογένεια του εκεί ξεπερνούσε κάθε γλωσσικό εμπόδιο.

Επιπροσθέτως υπήρχε και ο επιβαρυντικός παράγοντας του μουντού κλίματος της Ιρλανδίας, κάτι που σε έναν άνθρωπο του Νότου / της Μεσογείου αναδύει προβλήματα ούτως ή άλλως’ περιγράφεται ως εκ τούτου μια μητέρα εντελώς διαφορετική από την εξιδανικευμένη εικόνα που κατέγραψε στη μνήμη του και εκδήλωσε στα γραπτά του ο Χερν. Η Kennard την περιγράφει ως εξής:

«Ήταν ωραία γυναίκα, με όμορφα μάτια, αλλά γενικά κακοδιάθετη και με έλλειψη αυτοσυγκράτησης, μερικές φορές ακόμα και βίαια. Με μουσικό ταλέντο, που λόγω ραθυμίας δεν το ανέπτυξε, έξυπνη, αλλά εντελώς αμόρφωτη, ζούσε της ζωή μιας γυναίκας Ανατολίτισσας, καθισμένης όλη μέρα σ’ έναν καναπέ, παραπονούμενη για το βαρετό περιβάλλον, το κλίμα της Ιρλανδίας, την ανυπέρβλητη δυσκολία να μάθει την γλώσσα. Απέναντι στα παιδιά της ήταν άστατη/ ιδιότροπη και τυραννική, μερικές φορές τους επέβαλλε μάλλον αυστηρή τιμωρία.»

Θα μπορούσαμε ίσως εδώ να εντοπίσουμε μια υπερβολή στην περιγραφή της Kennard οφειλούμενη προφανώς στο χάσμα του ταμπεραμέντου, αλλά και της κουλτούρας Ανατολής-Δύσης’ όμως η μνήμη που μεταφέρει ο Χερν σ’ένα γράμμα προς την αδελφή του – πάντα χωρίς πικρία όμως – , επιβεβαιώνει μια εμφανώς διαταραγμένη συμπεριφορά:

«Θυμάμαι μόνο το πρόσωπο της μητέρας (..) και το θυμάμαι γι’αυτόν τον λόγο: Μια μέρα έσκυψε και με χάιδεψε. Ήταν ντελικάτη με σκουρόχρωμο δέρμα, με μεγάλα μαύρα μάτια – πολύ μεγάλα. Μου ήρθε μια παιδική παρόρμηση να την χαστουκίσω κ το έκανα – απλά ίσως για να δω τι θα επακολουθήσει. Το αποτέλεσμα ήταν άμεση αυστηρή τιμωρία και θυμάμαι συγχρόνως να κλαίω και να αισθάνομαι ότι την άξιζα. Δεν ένοιωθα καμία μνησικακία.(..)»

Τα μηνύματα που αποκρυπτογραφούνται στην σκηνή αυτή είναι τα εξής:

  • Η περιέργεια τιμωρείται. Αν επαναληφθεί αυτό το μοτίβο έχουμε ευνουχισμό της δημιουργικότητας του παιδιού, που στο μέλλον θα εκδηλωθεί ως επιθετικότητα είτε εξωτερικευμένη (βιαιότητα), είτε απωθημένη (παθητικότητα).
  • Η τρυφερότητα και η στοργή συνδέεται με την τιμωρία (την οποία νοιώθω ότι «την αξίζω»). Αν επαναληφθεί αυτό το μοτίβο έχουμε πιθανότητα ανάπτυξης σαδομαζοχιστικών αποκλίσεων.
  • Η μνήμη του όμορφου προσώπου της μητέρας επίσης συνδέεται με την τιμωρία.

Παρόλα όμως δεν καταγράφηκε τραυματικά αυτό στον Χερν

α. είτε επειδή το διαχειρίστηκε ισορροπημένα

β. είτε επειδή διαισθανόταν την αγάπη της μητέρας σταθερή πίσω από τις οξυμένες διακυμάνσεις του χαρακτήρα της

γ. είτε επειδή εκδηλώνει κάποια από τις παραπάνω παθολογίες

Υπάρχουν περαιτέρω στοιχεία όμως που στοιχειοθετούν πιθανή οργανωμένη ψυχοπαθολογία για την Ρόζα Κασιμάτη, γεγονός που «βαραίνει» περισσότερο στο ιστορικό του Χερν:

« Έτρεχε μάλλον στις φλέβες της Ρόζας μια κληρονομική προδιάθεση παραφροσύνης. Μας είπαν ότι κατά την διάρκεια της απουσίας του συζύγου της στις Δυτικές Ινδίες (..) προσπάθησε να πηδήξει από το παράθυρο έχοντας καταληφθεί από μια κρίση μανίας. (..). Μετά από μελαγχολικές κρίσεις σιωπής και κατάθλιψης επακολουθούσαν σκηνές τέτοιας βιαιότητας, ώστε να έπρεπε τελικά να τεθεί υπό περιορισμό αυτή η φτωχή ύπαρξη.»

Δεν ξέρουμε τι ακριβώς εννοείται με το «να τεθεί υπό περιορισμό». Δεν αναφέρεται πουθενά εγκλεισμός της Ρόζας. Αυτή η σοβαρή κρίση μάλλον δεν επαναλήφθηκε. Κι αν ακόμα όμως δεν επαναλήφθηκε, μόνο αυτή η περιγραφή στοιχειοθετεί τις εξής πιθανότητες ψυχοπαθολογίας:

Κυκλοθυμική διαταραχή

Σχιζοσυναισθηματική διαταραχή (το πιθανότερο)

Διπολική Ι Διαταραχή με μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο (βαρύ, με πιθανά ψυχωσικά στοιχεία)

Να σημειώσουμε εδώ ότι ο χαρακτηρισμός «μανία» στο μεταφρασμένο κείμενο δεν χρησιμοποιείται σήμερα στην διαγνωστική ορολογία με αυτή την έννοια.

Όπως ήδη προείπαμε, ο Χερν αναφέρεται πάντα εξιδανικευμένα – και εκτενώς, για την μητέρα του, ενώ όταν μιλάει – πάντα λακωνικά, για τον πατέρα του μεταφέρεται ένα αίσθημα βάρους και πικρίας:

«Περπατούσα μια μέρα στο Δουβλίνο με τον πατέρα μου. Ποτέ δεν γελούσε, γι’αυτό τον φοβόμουν. Μου αγόρασε γλυκίσματα.» Σε κάποιο από τα γράμματά του μιλάει για το  “άκαμπτο πρόσωπο και τα παγερά σαν ατσάλι μάτια,” του πατέρα του και λέει: “Θυμάμαι να έχω δει τον πατέρα μου μόνο πέντε φορές. Νομίζω ότι ήταν κάπως λιγομίλητος. Θυμάμαι ότι μου έγραψε ένα μεγάλο γράμμα από την Ινδία, τυπωμένο, για να μπορώ να το διαβάζω εύκολα και μου έλεγε τα πάντα για ελέφαντες και φίδια…. Θυμάμαι τον πατέρα μου να με παίρνει καβάλα στο άλογο του όταν ερχόταν στην πόλη με το σύνταγμα του. Θυμάμαι που ήμουν σε ένα δείπνο με πολλούς άντρες που φορούσαν κόκκινα σακάκια και μπουσουλούσα κάτω από το τραπέζι ανάμεσα στα πόδια τους.” Και κάπου αλλού, “νομίζω δεν έχω πάρει τίποτα απ’ αυτόν, ούτε σωματικά, ούτε ψυχικά.

Διαφαίνεται εδώ το έλλειμα της πατρικής παρουσίας’ παρουσιάζει μνήμες ευχάριστες, αλλά ελάχιστες’ και δεν είναι τυχαίο ότι τις είχε μετρήσει και αριθμητικά. Βρέθηκε λοιπόν στην πόλη του πατέρα του, χωρίς τον πατέρα του. Οπότε το Δουβλίνο δεν ήταν μόνο τραυματικό για την μητέρα του, αλλά και για τον ίδιο. Δεν είναι τυχαίο ότι αναφέρεται μεν αποσπασματικά στην αλληλογραφία του, αλλά ποτέ δεν μιλά γι’αυτό εκτεταμένα, σβήνει την Ιρλανδία από την μνήμη του και την ονομάζει «λόφοι της Ουαλλίας» κ βέβαια δεν εμπνέεται απ’αυτή λογοτεχνικά.

Έπεται ο χωρισμός των γονέων του και η εγκατάλειψη του και από τους δύο. «Από εκείνη την περίοδο φαίνεται να προέρχεται η παράξενη καχυποψία του, ο ανίκητος τρόμος των λανθανόντων καταστάσεων που υποπτευόταν ότι παραμόνευαν ακόμα και πίσω από το πιο ειλικρινές παρουσιαστικό, και η διαρκής, νοσηρή απειλή της προδοσίας και της εγκατάλειψης, ακόμα και από τους στενότερους του φίλους.

Ο εξ αίματος μικρότερος αδελφός του που ελάχιστα γνώριζε – είχαν ειδωθεί μόνο μία φορά, μας δίνει μια πιο σκληρή άποψη για τον χαρακτήρα του: «Μπορεί να ήταν μία διάνοια στο είδος του,» έγραψε ο αδερφός του στην κυρία Άτκινσον, αναφερόμενος στον Λευκάδιο, «αλλά η διάνοια είναι συγγενής με την τρέλα και σκέφτομαι πραγματικά ότι αυτό το σκουρόχρωμο, παθιασμένο αίμα της Ελληνίδας μητέρας είχε το μίασμα. Για μένα, αντί για ευγενείς φιλοδοξίες και σκέψεις, μου μετέφερε ακραία συναισθήματα μίσους και αγάπης, μια φύση συνεσταλμένη και νοσηρή.. Ό,τι στοιχείο πραγματικού άντρα έχω εντός μου, αυτό προέρχεται από τον κοινό μας πατέρα. Αυτό το μίασμα της Ανατολής στο αίμα ήταν που οδήγησε τον Λευκάδιο στην Ιαπωνία και τον κράτησε εκεί(..). Η χαμηλή του ζωτικότητα και η έλλειψη ισχύος των νεύρων του τον παρεμπόδισαν στη μάχη της ζωής, όπως κι εμένα επίσης. Αν είχαμε το παλιό καλό Κέλτικο και Σαξωνικό αίμα μέσα μας, θα ήταν καλύτερα γι’ αυτούς που εξαρτώνται από εμάς.»

Ακριβώς όμως το αντίθετο γράφει ο Χερν για την μητέρα του στον αδελφό του: «Η ψυχή μου δεν είναι του πατέρα μου. Ό,τι καλό και αν υπάρχει μέσα μου, ή όποιο βαθύτερο, πιστεύω, καλό υπάρχει μέσα σου, όλα προέρχονται από την ψυχή εκείνης της μελαμψής φυλής, για την οποία ξέρουμε τόσο λίγα. Η αγάπη μου για το σωστό, το μίσος μου για το άδικο, η λατρεία μου για το όμορφο και το αληθινό, η πίστη μου στον άνθρωπο, άντρα ή γυναίκα, η κλίση μου στις τέχνες, που μου έδωσε ό,τι, έστω και ταπεινό, έχω καταφέρει να πετύχω, και το ταλέντο μας στις γλώσσες, που το φυσικό σημάδι αποτελούν τα μεγάλα μάτια και στους δυο μας – όλα προέρχονται από εκείνη.

Είναι η μητέρα που μας δημιουργεί, μας φτιάχνει τουλάχιστον την ποιότητα που κάνει ανώτερο τον άνθρωπο, δηλαδή όχι την δύναμη να υπολογίζει, αλλά την καρδιά του και την δύναμή του να αγαπά

Αυτή η εικόνα της μητέρας ήταν και η αφετηρία, και η πυξίδα, αλλά και ο προορισμός του Χερν στο μακρινό ταξίδι της ζωής του.

Το θρησκευτικό σύμπαν του Χέρν

Πάντα με σημείο αναφοράς το έργο του “Shadowings”, βλέπουμε να ξεδιπλώνεται στο εμβληματικό κείμενο Gothic Horror ένα κεντρικότατο κεφάλαιο της προσωπικότητας του:  Η σχέση με την εκκλησία / την θρησκεία. Ο φόβος της γοτθικής εκκλησίας που εκδηλώνει παραπέμπει στην πίεση που δέχτηκε από την θρησκόληπτη θεία του, (που ανέλαβε την ανατροφή του αφού εγκαταλείφθηκε από τους γονείς του), να ασπαστεί την Ρωμαιοκαθολική θρησκεία’ πώς ένα παιδί όμως να συνδέσει την θρησκεία ως μέσο σωτηρίας / προστασίας χωρίς αφενός να δεχτεί την ουσιαστική προστασία με ενσυναίσθηση, στοργή κ τρυφερότητα και χωρίς αφετέρου να του εξηγηθεί ποτέ τι ήταν αυτό που έπρεπε να πιστεύει; Ο δε παραλληλισμός των γοτθικών τόξων με τα φύλλα του φοίνικα κι ο φόβος που του προκαλούν και τα δύο μας δείχνει πιθανόν πώς ασυνείδητα προσπαθούσε να διαχειριστεί τους φόβους του μέσω παρατήρησης της φύσης. Η πανθεϊστική του τοποθέτηση που εκδηλώθηκε λίγο αργότερα σχετίζεται στενά με αυτή την προσπάθεια.

Σαν λογοτεχνική προσωπικότητα πολύ αργότερα, ο Χερν «κατηγορείται» ότι, (…) παρόλο που οι επιστήμονες και φιλόσοφοι της μέσης Βικτωριανής εποχής ήταν στο ζενίθ της επίδρασης τους όταν ήταν στο Λονδίνο, (..) δεν φαίνεται να εκδήλωσε κανένα ενδιαφέρον στις θεωρίες τους.

Όντως, την εποχή του Δαρβίνο, του Χάξλευ, του Σπένσερ ο Χερν είχε άλλες ανησυχίες: Πολύ πριν πάει στην Ιαπωνία ο Χερν ενδιαφερόταν για τις ανατολικές θρησκείες και ηθικές θεωρήσεις. Αλλά ο Βουδισμός του Χερν ήταν μια αόριστη ποιητική θεωρία, όπως και ο Χριστιανισμός του. « Όταν γράφω Θεός, εννοώ φυσικά μόνο την Κοσμική Ψυχή, την ισχυρή και γλυκύτατη ζωή της Φύσης, το μεγάλο Μπλε Πνεύμα, το Άγιο Πνεύμα που γεμίζει τους πλανήτες και τις καρδιές με ομορφιά»

Να σημειώσουμε εδώ ότι η επιλογή του μπλε χρώματος δεν είναι τυχαία: «το μπλε, “το χρώμα της ιδέας του θεϊκού, το πανθεϊστικό χρώμα, το ηθικό χρώμα».

Ο βαθύτερος Βουδισμός, έλεγε, ήταν μόνο η έννοια του θείου εντός του ανθρώπου. Εδώ αποκαλύπτεται και η πιθανή ερμηνεία στην θέαση του Χερν της έννοιας “ghost” = κοσμική ψυχή, το άγιο πνεύμα (η θεότητα) μέσα στον άνθρωπο. Ήδη από τα σχολικά του χρόνια δε είχε αυτοπροσδιοριστεί ως πανθεϊστής: Όταν τον επισκέφτηκε μια εξαδέλφη του στο σχολείο που φοιτούσε, την έβαλε να προσκυνήσει το άγαλμα της Παρθένου Μαρίας, εκείνη αρνήθηκε, εκείνος μάταια επέμενε, και λίγο μετά τον βρήκαν ξαπλωμένο στο γρασίδι κοιτώντας τον ουρανό ομολογώντας ότι είναι πανθεϊστής.

Ζήτησε (και πήρε) με αυτόν τον τρόπο την επιβεβαίωση της απεμπλοκής του από την μητρική εικόνα μέσω της εξαδέλφης, η οποία μητέρα τον συνέδεε με την Χριστιανική θρησκεία;

Η σχέση του με την θρησκεία, όπως και στην πλειοψηφία των ανθρώπων, αποκαλύπτει στοιχεία της επεξεργασίας των παιδικών του τραυμάτων κ συγκρούσεων. Η αρνητική του εμπειρία στα σχολικά του χρόνια με τον καθολικισμό τον έκανε σχεδόν φοβικό.

Στην περίπτωση του Χερν η σχέση αυτή είναι –όπως και ο ίδιος, μακριά από την πεπατημένη. Ας συνοψίσουμε:

  • Συνδέει το πρόσωπο της μητέρας του με την ορθόδοξη εικόνα της Παναγίας κ ταυτίζεται με το Θείο Βρέφος’ «στον τοίχο του δωματίου που κοιμόμουν υπήρχε μια Ελληνική Εικόνα, μια μικρή ελαιογραφία της Παναγίας με το Βρέφος με ζεστά χρώματα, προστατευμένη από μια κάσα πολύτιμου μετάλλου που άφηνε να φαίνονται μόνο τα πρόσωπα στο χρώμα της ελιάς (..). Φανταζόμουν ότι η μελαμψή Παρθένος ήταν η μητέρα μου – την οποία έχω σχεδόν εντελώς ξεχάσει – και ότι ο Χριστός με τα μεγάλα μάτια ήμουν εγώ
  • Χαστουκίζει την μητέρα του, θαυμάζοντας το πρόσωπο που του θύμιζε την Παναγία, κ η μητέρα του τον τιμωρεί’ η καθαγιασμένη εικόνα της προστασίας συνδέεται με την τιμωρία
  • Πιέζει την εξαδέλφη του να προσκυνήσει την Παναγία και μετά από την άρνηση της δηλώνει πανθεϊστής’ απεμπλέκεται από την συγκρουσιακή εικόνα αυτή
  • Μυείται επιφανειακά στον Ρωμαιοκαθολικισμό από την θρησκόληπτη θεία του, αφού είχε εγκαταλειφθεί από τους γονείς του’ συνδέει την θρησκεία με τον τρόμο που του δημιουργούσε η γοτθική εκκλησία που ενισχύεται από την απώλεια της γονεϊκής προστασίας.
  • Εξαγριώνει την ίδια εποχή τον εξομολόγο του λέγοντας του ότι πολύ θα επιθυμούσε να τον επισκέπτονταν τα λάγνα κακά πνεύματα με την μορφή ωραίων γυναικών, όπως επισκέπτονταν τους ασκητές της ερήμου.

Να σημειώσουμε εδώ ότι γενικά με το σεξ αναπτύσσει μια σχέση που ξεπερνά για άλλη μια φορά τα δεδομένα της εποχής του. Ο Χερν είναι απροκάλυπτα ειλικρινής και άμεσος όσον αφορά την σεξουαλική ζωή’ ως γνήσιος “anti-Victorian”. Λέει:

«Στις πόλεις των Τροπικών δεν υπάρχει χρόνος για φιλία, μόνο πάθος για γυναίκες και σύντομη συναναστροφή με άντρες». (…)  «Χωρίς την επίδραση του σεξουαλισμού δεν υπάρχει πραγματικό μεγαλείο’ το μυαλό παραμένει άγονο και ερημωμένο» (…) «Τα ‘ηθικά’ αισθήματα είναι αυτά στα οποία δεν εισέρχεται ορατά το σεξουαλικό ένστικτο».

  • Αντί να ταυτιστεί με τις εικόνες των Αγίων ενθουσιάζεται με ένα εικονογραφημένο βιβλίο με το Δωδεκάθεο, το οποίο του εξαφάνισαν κάποια στιγμή για να σβήσουν τα επίμαχα «άσεμνα» στοιχεία στις εικόνες κι εκείνος όταν το ξαναπαίρνει συμπληρώνει με μολύβι τα κενά, (καταλαβαίνοντας τότε μεταξύ άλλων και την αξία της συντήρησης/ανακατασκευής των έργων τέχνης!) Οπότε δημιουργεί την λογική για εκείνον αντιστοιχία «Παγανισμός +Ειδωλολατρεία = Φως+Χαρά = Ομορφιά+Ελευθερία»
  • Πέρα από την μη ταύτιση του με τους Αγίους, τους αντιτίθεται και συντάσσεται με τους «εχθρούς τους», χωρίς να βρει όμως ούτε κι εκεί ανταπόκριση:

«Τα τελώνια και τα συναφή με ενδιέφεραν πολύ περισσότερο από τους άσχημους Άγιους της εικονογραφημένης Εκκλησιαστικής Ιστορίας (..) και ένοιωθα μια φυσική συμπάθεια με τους εχθρούς τους – διαβόλους, τελώνια, νεράιδες, μάγισσες ή ειδωλολατρικές θεότητες. Στους διαβόλους, επειδή τους θεωρούσα πιο δυνατούς από τα υπόλοιπα, συχνά προσευχόμουν για βοήθεια και φιλία, πολύ ταπεινά στην αρχή, και με μεγάλο φόβο μήπως απαντηθούν με άγριο τρόπο οι προσευχές μου, αλλά μετά με λόγια επιτιμητικά, βλέποντας ότι οι προσεγγίσεις μου αγνοούνταν. (…)»

  • Ταυτίζεται επίσης με την προγονική λατρεία, «η προγονική λατρεία ήταν η ρίζα όλων των θρησκειών «.

Αυτό που κάνει ο Χερν είναι το εξής εντυπωσιακό:

Αντιμετωπίζει τον τρόμο της θρησκείας με την διεύρυνση της σε πανθεϊσμό από τη μία μεριά και φέρνοντας την στα ανθρώπινα μέτρα με τον παγανισμό-δωδεκάθεο κ την βουδιστική αντίληψη από την άλλη, κρατώντας παράλληλα την συνέχεια της προγονικής αλυσίδας που τροφοδοτεί την συλλογική ψυχή.

Η προγονολατρεία του εδώ δεν είναι ένδειξη συντηρητισμού όπως αναφέρει η Kennard, τονίζοντας πόσο πολύ τον έλκυαν τα αρχαία πιστεύω που μεταφερόντουσαν από αιώνα σε αιώνα, οι αρχαίοι ναοί που καθαγιάζονταν από γενιά σε γενιά, αρχαία συναισθήματα που έπλασαν τις ζωές των ανθρώπων. Είναι μια προσπάθεια να καλύψει το κενό της κατακερματισμένης οικογενειακής του ζωής ταυτιζόμενος με την μεγάλη, διαχρονική, παγκόσμια οικογένεια, όπως και ταύτιση του με την ιδέα της θεότητας μέσα στον άνθρωπο του Βουδισμού ήταν η προσπάθεια να αντιστρέψει τον γοτθικό τρόμο σε μια λατρεία ανθρώπινων διαστάσεων.

Γι’αυτό κ το φοβιστικό γι’αυτόν Άγιο Πνεύμα’ (Holy Ghost) όπως το διδάχτηκε στην παιδική του κατήχηση είχε επενδυθεί με μία αόριστη ευλαβική αίσθηση απόκοσμων, επιδράσεων από τον κόσμο των φαντασμάτων (ghostly), όπου μέχρι και το ίδιο το γράμμα “G” του προκαλούσε τρόμο και αργότερα μετασχηματίζεται σε Μπλε Πνεύμα (Blue Ghost), με την σημειολογία του μπλε που έχουμε αναφέρει παραπάνω.

Η πανθεϊστική του αντίληψη συγκλίνει μετά με την βουδιστική θεώρηση, όπου το τρομακτικό Άγιο Πνεύμα των παιδικών του χρόνων γίνεται το γαλήνιο Μπλε Πνεύμα της κοσμικής ψυχής’ αν και μέσω αυτής της γενικευμένης υπέρβασης, γίνεται προσιτό και ανθρώπινο, σαν το Δωδεκάθεο και ολοκληρώνεται με την λατρεία της φύσης μέσα από την Ιαπωνική παράδοση, που υπερβαίνει κι αυτή την ίδια την προγονολατρεία.

«Στην ιστορία πρέπει να ψάχνουμε μόνο το ιδιαίτερο, το τερατώδες, το φοβερό’ στη μυθολογία το πιο φανταστικό και αισθησιακό» (..) Παρουσιάζει τον εαυτό του σαν εραστή της Ελληνικής τέχνης, αντιπαθεί «την φανταστική ομορφιά του Γοτθικού» και υπερηφανεύεται ότι είναι «Αραβουργηματικός»

Συγχρόνως όμως, στην παράδοση του Ε.Τ.Α Χόφμαν και του Ε. Α. Πόε, παραμένει μέσα από την λογοτεχνική του δραστηριότητα πιστός της «λατρείας των πνευμάτων (φαντασμάτων), της θρησκείας των νεκρών. Από την πρώιμη παιδική του ηλικία τον στοίχειωνε πάντα ο κόσμος των φαντασμάτων. Διότι το αντικείμενο του φόβου ασκεί τεράστια έλξη στην ανθρώπινη ψυχή, παρόλο που επιφανειακά εκδηλώνεται ως απώθηση. Επίσης χαρακτηριστικό γεγονός σε αυτό το πλαίσιο είναι η πρωτοφανής για την εποχή, φρικιαστικά λεπτομερής, αλλά  λογοτεχνικώς άρτια φυσικά, περιγραφή του ενός πτώματος που βρέθηκε μέσα σε ένα σεντούκι, στο πρώτο του ρεπορτάζ στην εφημερίδα Cincinnati Enquirer.

Ως επιστέγασμα  σε όλο αυτό το θαυμαστό θρησκευτικό σύμπαν του Χερν έρχεται και η πίστη μέσω του Βουδισμού στη μετενσάρκωση, όπου η ανάγκη της αέναης σύνδεσης με το παρελθόν (προγονολατρεία) συμπληρώνεται από την επιθυμία της αέναης συνέχειας της ύπαρξης στο μέλλον (μετενσάρκωση)’ μια ιδέα που πάλι χρησιμοποιεί για να επιστρέψει στο παρελθόν:

Η Βουδιστική ιδέα της πρότερης ύπαρξης ήταν πολύ αρχαία’ ο Ινδός ποιητής   Calidas, λέει: «Ίσως η θλίψη των ανθρώπων όταν βλέπουν όμορφα πράγματα και ακούν γλυκιά μουσική προέρχεται από κάποια ανάμνηση από χαρές που πέρασαν και από τα αποτυπώματα των συνδέσεων σε μία προηγούμενη κατάσταση ύπαρξης.» Λίγοι αφομοίωσαν και εμπνεύστηκαν από αυτή την αλήθεια όπως ο Χερν.

Όπως για παράδειγμα σε ένα από τα σχεδιάσματα το, με τίτλο, «Μια Σερενάτα» (..) γράφει:

«Η μουσική σίγησε και με άφησε να ονειρεύομαι και να προσπαθώ μάταια να εξηγήσω το συναίσθημα που μου δημιούργησε. Για ένα πράγμα ένοιωθα σίγουρος, ότι το μυστήριο προερχόταν από άλλες υπάρξεις διαφορετικές από την δική μου. (“Exotics and Retrospectives,” Little, Brown & Co.) Μετά αναφέρει το αγαπημένο του θέμα, ότι το παρόν που ζούμε είναι το πλήρες νεκρό παρελθόν. Οι απολαύσεις μας και οι πόνοι μας δεν είναι παρά προϊόντα μιας εξέλιξης, που δημιουργείται από εμπειρίες αφανισμένων υπάρξεων πιο αμέτρητες και από την άμμο μυριάδων θαλασσών…

Είμαστε όλες οι ενώσεις των αναρίθμητων ζωών – καθένας μας ένα ποσό σε μια άπειρη προσθήκη – οι νεκροί δεν είναι νεκροί , ζουν σε όλους μας και κινούνται εντός μας, – και ανακινούνται ελαφρώς σε κάθε χτύπο της καρδιάς

Φοβίες και άλλες ψυχοπαθολογίες

Η λατρεία προς την γαλήνια φύση πέρα από άποψη ήταν και ανάγκη επιβίωσης. Η ζωή στην μεγάλη πόλη τον τρομοκρατούσε, το ίδιο και τα πλήθη που συνέρρεαν σ’ αυτήν’ αναφέρεται συχνά από τους βιογράφους του ότι ήταν «demophobic», αγοραφοβικός με την σημερινή έννοια. Ξανά στο έργο του “Shadowings” και στο κείμενο του Mystery of Crowds ουσιαστικά αποκαλύπτει την άμυνα του στη φοβία αυτή: αποστασιοποίηση κ απόσυρση.

Παράλληλα με ή και εντονότερα από την αγοραφοβία του, υπάρχει και η ονομαζόμενη κοινωνική φοβία ή κοινωνική αγχώδης διαταραχή (γενικευμένη στην περίπτωση του) σε όλη του την ζωή’ η ιδέα να αναμιχθεί στην κοινωνία μιας μεγάλης μητρόπολης  ήταν ένας τρομακτικός εφιάλτης, παραδεχόταν κι ο ίδιος την χρόνια φοβία του αυτή, σιχαινόταν τα πλήθη και τις ετερογενείς επαφές της συνήθους ζωής στην πόλη. « Εδώ επισκέπτομαι μερικούς φίλους για κάποιους μήνες, μετά εξαφανίζομαι για άλλους έξι. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς’ υπάρχει αυτή η νευρική κατάσταση που καθιστά την προσπάθεια δυσάρεστη».

Ο Χερν δεν σταμάτησε ποτέ να νοσεί από αυτή την «νευρική κατάσταση’ όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Gould, θα προτιμούσε να πεινάσει, παρά να δεχτεί μια πρόσκληση για δείπνο όπου θα υπήρχε κάποιος άγνωστος, ή και να κρεμαστεί, προκειμένου να δώσει διάλεξη για το έργο του μπροστά σε ακροατήριο.

Επίσης, η σχεδόν ακατάπαυστη δημιουργικότητα του Χερν απέτρεψε τον κατακερματισμό της προσωπικότητας του, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι έπαυσε το ερέθισμα που πιθανόν να τον έκανε να νοσεί ψυχικά. Η διοχέτευση των συγκρούσεων / τραυμάτων σε δημιουργική δράση αποτρέπει την ρήξη με την αντικειμενική πραγματικότητα, όπως συμβαίνει στις ψυχώσεις, χωρίς όμως να αποθεραπεύει εντελώς τον πάσχοντα. Έτσι μπορούμε να ανάγουμε το συμπέρασμα όχι ότι δεν νοσούσε ο Χέρν λόγω της υπέρβασης κ της δημιουργικότητας, αλλά ακριβώς επειδή είχε αυτές τις διεξόδους δεν νοσούσε αποδιοργανωτικά.

Το φιλόξενο γι’ αυτόν περιβάλλον της Ιαπωνίας ήταν μεν κατευναστικό για τον ψυχισμό του, αλλά όχι και θεραπευτικό. Η γυναίκα του αναφέρει: «Είχε μια τόσο έντονη φύση,» έλεγε, «και ήταν τόσο απόλυτα απορροφημένος στο γράψιμο, που φαινόταν παράξενος ή και ακόμα και απόκοσμος  στην φυσιολογική ζωή. Ακόμα κι ίδιος αναγνώριζε στον εαυτό του ότι θα πρέπει μάλλον να μοιάζει με τρελό.»

Η Kennard καταγράφει ότι ο Χερν κατά την διάρκεια της ζωής του όποτε περνούσε ιδιαίτερο νοητικό ή σωματικό στρες πάθαινε «υστερικό τρανς», κατά την διάρκεια του οποίου έχανε την επαφή με τον κόσμο γύρω του και χρησιμοποιεί επίσης παρωχημένους όρους όπως «εγκεφαλική αναιμία συνήθης στους εργαζόμενους νοητικά που στερούνται μιας καλής φυσικής κατάστασης» .

Η γυναίκα του τρόμαξε όπως ήταν φυσικό πάρα πολύ όταν πρωτοείδε τον Χερν σ’ αυτήν την κατάσταση και φοβήθηκε μήπως όντως τρελαινόταν. Μετά όμως κατάλαβε «ότι αυτό του συνέβαινε μόνο κατά την ώρα του ενθουσιασμού του όταν σκεφτόταν κι έγραφε, κι άρχισε να τον θαυμάζει ακόμα περισσότερο» Η ηρεμία και η υλικές ανέσεις του σπιτιού του έδωσαν προς στιγμήν μια πιο σταθερή ισορροπία, όμως αυτά τα τρανς επανέρχονταν με μεγάλη συχνότητα στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Παρόμοια εμπειρία είχε και ο Amenomori, ο γραμματέας του στο Τόκιο. (…) «Και τι να δω; Δεν ήταν ο Χερν που γνώριζα’ το πρόσωπο του ήταν μυστηριωδώς λευκό, τα μάτια του γυάλιζαν. Έμοιαζε σε κάποιον που τον βρίσκεται σε επαφή με μία απόκοσμη παρουσία.»

Ο όρος «υστερικό τρανς» δεν υπάρχει στην σύγχρονη ψυχοπαθολογία’ τέτοιου είδους σύμπτωμα, αν δεν ήταν κρίση επιληψίας, θα μπορούσε να περιγραφεί ως αποπροσωποιητική ή αποσυνδετική διαταραχήόμως δεν έχουμε μαρτυρία του ίδιου του Χερν για το τι του συνέβαινε ακριβώς τις στιγμές εκείνες, αλλά μόνο των ανθρώπων του άμεσου περιβάλλοντος του. Αυτή η διαταραχή επαναλαμβάνεται, όπως είπαμε, οξυμένη και στο μέλλον.

«Έβλεπε πράγματα,» όπως έλεγε η γυναίκα του, «που δεν υπήρχαν, και άκουγε πράγματα που δεν υπήρχαν.»  Η αφηρημάδα ήταν επίσης εκδήλωση της κληρονομικότητας (;) στον Χερν. Μερικές φορές όταν τον φώναζαν για το δείπνο, έλεγε ότι είχε φάει ήδη και συνέχιζε να γράφει αντί να καθίσει μαζί με την οικογένεια του, ή αν καθόταν, έκανε κάθε είδους γκάφες, βάζοντας αλάτι αντί για ζάχαρη στον καφέ του, και τρώγοντας ζάχαρη με το ψάρι του. Όταν το μυαλό του περιπλανιόταν «σε αργοναυτική εκστρατεία» κατά Ruskin, ξεχνιόταν κάθε πρακτική συνοχή, ακόμα κι η αίσθηση της προσωπικής ταυτότητας. Έβλεπε φαντάσματα γύρω του και επικοινωνούσε με πολλά και διάφορα υπερφυσικά οράματα.

Υπάρχουν όμως εδώ κι άλλες ενδείξεις που δύνανται να ξεπερνούν μια απλή κοινωνική φοβία: Διάφοροι καλλιεργημένοι άνθρωποι σε ξένους κύκλους στο Τόκιο είχαν την προθυμία να καλλιεργήσουν φιλικές σχέσεις με τον λογοτέχνη του οποίου τα Ιαπωνικά βιβλία είχαν αρχίσει να γίνονται γνωστά στον κόσμο, αλλά ο Χερν τους κρατούσε άκαμπτα σε απόσταση’ πράγματι όσο περνούσε ο καιρός τον απωθούσε όλο και περισσότερο να συγχρωτίζεται με τους πατριώτες του και τις πατριώτισσες του στο Τόκιο. Φανταζόταν ότι όλοι ήταν εχθρικοί απέναντι του, και ότι ήταν το θύμα μιας μεγάλης αδικίας και οργανωμένης συνομωσίας.

Αυτές οι προκατειλημμένες ιδέες ήταν πράγματι το αποτέλεσμα ενός ιδιαίτερα ευαίσθητου μυαλού, που του έλειπε η φυσιολογική νοητική ισορροπία. Βλέπουμε εδώ μια έξαρση παρανοειδούς χαρακτήρα που αποκαλύπτει την θέαση του για το πώς αδικήθηκε και πόση εχθρότητα βίωσε από την οικογένεια του, η οποία προβάλλεται σε κάθε Δυτικό που επιθυμεί να τον προσεγγίσει ακόμα και θαυμάζοντας το έργο του.

Όσο όμως κλειστός σε σημείο παρεξήγησης και το βασικότερο, ψυχοπαθολογίας, ήταν με τους «έξω», – θα μπορούσαμε εδώ να υποψιαστούμε, αν συνυπολογιστούν τα στοιχεία της κοινωνικής φοβίας με τα παρανοειδή στοιχεία που μόλις επισημάναμε και της αλλόκοτης εμφάνισης κ συμπεριφοράς του κατά καιρούς, μέχρι και σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας – τόσο ανοικτός παρέμενε με την οικογένεια και ιδιαίτερα με τα παιδιά του. «Όσο στρυφνή και συγκρατημένη κι αν ήταν η συμπεριφορά του προς τον έξω κόσμο, στο σπίτι με τα παιδιά του ήταν ο πιο χαρούμενος, διαχυτικός και στοργικός σύντροφος».

Προς το τέλος της ζωής του υπάρχει δε επιδείνωση με επιπρόσθετα έκδηλα καταθλιπτικά στοιχεία:

Υπέφερε πολύ από κατάθλιψη προς το τέλος, μας λέει η σύζυγος του, και η κελτική του τάση σε ακαθόριστο και μελαγχολικό ονειροπόλημα οργανωνόταν όλο και πιο ισχυρά, πράγματα γεμάτα ανερμήνευτες έννοιες, υπερφυσικά, εκτός καθιερωμένων εμπειριών, γέμιζαν το νου του.

Όταν προς το τέλος της ζωής του είχε αυτή την επιβαρυμένη υγεία, η οικογένεια αυτή ήταν που τον κράτησε και στη ζωή, διαφορετικά «δεν ήθελε τίποτε άλλο περισσότερο, έλεγε, από το να αυτοκτονήσει, αν δεν είχε κάποιον εκτός από τον εαυτό του στον κόσμο να φροντίζει – γι’ αυτό και δεν θα αυτοκτονούσε.

Αυτό μας δείχνει πανηγυρικά  πόσο τελικά τον βοήθησε η οικογένεια που έφτιαξε στην Ιαπωνία να διατηρήσει την ισορροπία στον τόσο ευάλωτο ψυχισμό του μέσω αυτού του πυρήνα συναισθηματικής ασφάλειας.

Η σημασία του φαντας(μα)τικού στην προσωπικότητα κ το έργο του

Εξίσου κεντρικής σημασίας είναι και το κείμενο του Nightmare-Touch. Είναι γνωστή η σχεδόν εμμονή του Χερν με τα φαντάσματα, ο,τιδήποτε «ghostly» εν γένει. Εδώ βέβαια να αναφέρουμε την γλωσσική ταύτιση στα αγγλικά της λέξης ghost με την έννοια «πνεύμα» (εξ’ου και Holy Ghost) και «φάντασμα».

Είναι κεντρικής σημασίας γιατί καταγράφει την καθοριστική τραυματική του εμπειρία, όταν η θεία του γύρω στα πέντε του χρόνια (σημαδιακή ηλικία για τον σχηματισμό του πυρήνα της προσωπικότητας) τον άφηνε χωρίς φως στο δωμάτιο του επειδή φοβόταν το σκοτάδι! Η άκαμπτη και αδιάκριτη αυστηρότητα την εποχή εκείνη (και όχι μόνο!) αποτελούσε μέσω αντιμετώπισης τέτοιου είδους «διαταραχής» στα παιδιά. Ο τραγικός συνδυασμός:

Α. της επιβολής σκοταδιού ενώ μέχρι τότε είχε συνηθίσει στο φως, χωρίς να μπορεί να διαμαρτυρηθεί διότι επιπλέον θα τον τιμωρούσαν (εξαναγκασμός σε ενδοστρέφεια – εσωτερίκευση του προβλήματος)

Β. ότι τον άφηναν και μόνο του να το αντιμετωπίσει, ενώ είχε συνηθίσει να κοιμάται υπό την παρουσία/προστασία μιας νταντάς (αίσθημα εγκατάλειψης εκ νέου)

Γ. πιθανόν της μυωπίας του που μπορεί να είχε αρχίσει κι από τότε και επέτεινε την «θολή» θέαση των μορφών (ενίσχυση των παραπάνω από ένα φυσικό ελάττωμα)

ενίσχυσε δραματικά την συνήθη παρενέργεια της εντύπωσης μεταφοράς εικόνων του ονείρου στην εγρήγορση, την οποία κι εκείνος βίωνε’ «υπέφερα από άσχημα όνειρα και όταν ξυπνούσα πάντα μπορούσα να δω τις μορφές που ονειρευόμουν κοιτώντας τις σκιές του δωματίου» – εξ’ού και η άποψη του ότι «πιθανόν τόσο ο φόβος για τα φαντάσματα, όσο και η πίστη στην ύπαρξη τους προέρχονται από τα όνειρα»

Ένιωθε το σκοτάδι – τις σκιές γύρω του να παίρνουν μορφή και να υλοποιούνται – μέχρι και που άκουγε «τον μαύρο αέρα να αναπτύσσεται»

Πιο τρομακτική είναι όμως η ερμηνεία του στην άρνηση των οικείων του ότι υπάρχουν τέτοιες μορφές: «είτε διότι οι μορφές φοβούνται τους μεγάλους ανθρώπους, οπότε και εμφανίζονται μόνο σε μένα επειδή είμαι μικρός και αδύναμος, είτε διότι όλοι στο σπίτι συμφώνησαν για κάποιον φριχτό λόγο να λένε ότι δεν είναι αλήθεια. Αυτή η τελευταία θεωρία μου φαίνεται η πιο πιθανή, γιατί είχα αντιληφθεί αρκετές φορές τις μορφές όταν δεν ήμουν μόνος μου΄ και η μυστικότητα που επακολουθούσε με τρόμαζε ελάχιστα λιγότερο απ’ ότι τα οράματα». Άλλη μια ένδειξη για την καχυποψία προς τους ανθρώπους που θα εκφράσει ως ενήλικας.

Οι επιπτώσεις της άρνησης αυτής των οικείων του  διατυπώνονται από τον ίδιο και σε άλλο του κείμενο αργότερα, με τίτλο «Ο φύλακας Άγγελος μου»,: «Φοβόντουσαν όλοι οι άνθρωποι που γνώριζα τόσο , οι ζεστοί άνθρωποι που βάδιζαν και γελούσαν στο φως – τα Πράγματα της Νύχτας ώστε να μην τολμούν να λένε την αλήθεια; Σε καμιά από αυτές τις ερωτήσεις δεν μπορούσα να βρω απάντηση. Και τότε άρχισε για μένα μια δεύτερη περίοδο μαύρης πίστης –μιας πίστης υπέρτατου τρόμου, αναμεμιγμένου με υπέρτατη αμφιβολία.

Η τραυματική εμπειρία του αυτή καταγράφεται και πάλι στο ίδιο κείμενο: «Αυτό που πρόκειται να αφηγηθώ πρέπει να συνέβη όταν ήμουν σχεδόν έξι – τον καιρό εκείνο ήξερα πάρα πολλά για φαντάσματα (ghosts), και πολύ λίγα για θεούς. Τότε κατέληξα να πιστεύω σε φαντάσματα και τελώνια (ghosts and goblins), διότι απλούστατα τα έβλεπα, και ημέρα και νύχτα. Πριν πάω για ύπνο πάντα σκεπαζόμουν μέχρι πάνω, με το κεφάλι μου μέσα στα σκεπάσματα, για να τους εμποδίσω να με κοιτάζουν, και συνήθιζα να ουρλιάζω, όταν ένιωθα να μου τραβάνε τα σκεπάσματα. Και δε μπορούσα να καταλάβω γιατί μου είχε απαγορευτεί να μιλάω γι’ αυτές τις εμπειρίες».

Πώς να μην μιλάει μετά για τον κόσμο των Σκιών ακατάπαυστα στο λογοτεχνικό του έργο;

Δεν θα μπορέσουμε να ισχυριστούμε ότι ακόμα και αν κατέχουμε το πλήρες ιστορικό του Χερν, από την στιγμή που δεν τον είχαμε παρόντα ως «ασθενή», μπορούμε να εξάγουμε ικανοποιητικά συμπεράσματα για την όποια πιθανή παθολογία του ψυχισμού του. Όμως σε κάθε πάσχοντα άνθρωπο που εποπτεύουμε, σχεδόν πάντα «τυχαίνει» να προβάλλονται μια-δυο τραυματικές εμπειρίες σαν τις κεντρικές «ρωγμές» του ψυχισμού του. Θα τολμήσουμε να πούμε ότι αυτή η τραυματική εμπειρία ήταν μια από τις βασικές για τον Χερν:

  • Λόγω της πολυπλευρότητας της (βλέπε παραπάνω)
  • Λόγω της κατοπινής εμμονής του με οτιδήποτε φαντασ(μα)τικό ως ασυνείδητη προσπάθεια διαχείρισης της

Το εξαιρετικό όμως στοιχείο σε όλα αυτά είναι το εξής: Στο κλείσιμο της ιστορίας αυτής ο Χερν δίνει μια συμπερασματική ερμηνεία της τραυματικής του εμπειρίας που αφενός δείχνει την ικανότητα υπέρβασης που διέθετε, αφετέρου δε τον τοποθετεί αρκετές δεκαετίες μπροστά από την εποχή του:

«Μπορεί να αμφισβητηθεί ότι τα φαντάσματα από έναν οποιονδήποτε εφιάλτη έχουν μια ιστορία αρχαιότερη από τον εγκέφαλο στον οποίο κινούνται. Αλλά το σοκ του αγγίγματος μπορεί να είναι ένδειξη κάποιου σημείο επαφής μέσω του ονείρου με την συλλογική εμπειρία της φυλής μέσω  μιας σκιώδους καταληψίας. Ίσως διότι τα βάθη του Εγώ, άβυσσοι που δεν έχει ποτέ φτάσει καμιά ακτίνα από την ζωή του ήλιου, ανακινούνται παράξενα στον ύπνο και μέσα από τα σκοτάδια τους αντιδρά  άμεσα ένα ρίγος ανάμνησης, αμέτρητης ακόμα και μέσα σε εκατομμύρια χρόνια »

Εδώ ο Χερν ουσιαστικά διατυπώνει συνοπτικά την θεωρία του συλλογικού ασυνειδήτου δεκαέξι χρόνια πριν την επίσημη χρήση του όρου από τον Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ που ανέπτυξε εις βάθος την έννοια αυτή.

Ο Γιουνγκ εισήγαγε τον όρο «ομαδικό ή συλλογικό ασυνείδητο», εννοώντας ότι πέρα από το ατομικό ασυνείδητο που σχηματίζεται κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ατόμου, ο άνθρωπος κληρονομεί το ομαδικό ασυνείδητο. Το συλλογικό ασυνείδητο αποτελείται από προγονικές καταστάσεις και έχει παγκόσμια ισχύ. Το ορίζει συγκεκριμένα δε ως εξής : «Η περιοχή της ψυχής που είναι άπειρα αρχαιότερη από την προσωπική ζωή του ατόμου».

«Φαίνεται …ότι περιέχει ορισμένα σχέδια, τα «αρχέτυπα», που είναι κοινά για όλη την ανθρωπότητα». (Carl Jung, Η ολοκλήρωση της προσωπικότητας)

Είναι εμφανής η ταύτιση της έννοιας αυτής με την διατύπωση του Χερν. Ακόμα κι αν διατύπωσε αυτή την έννοια ως άμυνα στην αντιμετώπιση στην δική του ατομική ανάδυση ασυνειδήτου δεν είναι τυχαίο ότι προσέγγισε μια δεδομένη αλήθεια. Διευρύνοντας τα σύνορα του ατομικού προς το συλλογικό’ αυτή είναι η έννοια της υπέρβασης ουσιαστικά που διαφοροποιεί την σοβαρότητα της ψυχικής νόσου: όσο πιο βαριά νοσεί ο πάσχων, τόσο πιο εγκλωβισμένος στο εγώ του βρίσκεται, εφόσον το βάρος των τραυματικών του εμπειριών του ελαχιστοποιεί την ενσυναίσθηση.

Αυτή η διεύρυνση/υπέρβαση συντελέστηκε στην Ιαπωνία και συγκεκριμένα στο Matsue. Εκεί ο Χερν ήρθε σε επαφή με το ζωντανό κέντρο του Shinto,  αυτή την θρησκεία που δεν ζει μόνο στα βιβλία, ούτε στις τελετές, αλλά στην καρδιά του Ιαπωνικού έθνους. Ο μαγνητισμός μιάς άλλης πίστης πόλωσε και την δική του πίστη. Ήταν, σε θρησκευτικούς όρους, σαν να ήταν ο απεσταλμένος που θα μετέφερε και θα ερμήνευε τις δεισιδαιμονίες και τα πιστεύω αυτών των παράξενων στα μάτια της Δύσης ανθρώπων.

Η διάνοια του, συνεχίζει τον σχολιασμό της η Kennard, του επέτρεψε να συλλάβει την αδιάσειστη  αλήθεια ότι οι μύθοι και οι παραδόσεις είναι κι αυτά μορφές επιστήμης (..), ενδεικτικά της σταδιακής  εξέλιξης της καρδιάς και του νου των γενεών που έρχονται και παρέρχονται. Έτσι του ήρθε η ιδέα ότι η δεισιδαιμονία έχει πρακτική χρησιμότητα’ (…) Ενώ θα ήταν άχρηστο να διδάσκονται οι άνθρωποι αόριστα περί της ηθικής ή της καθαριότητας  ή βασικών κανόνων υγιεινής, χρησιμοποιείται μια δεισιδαιμονία, μια πίστη ότι π.χ. (..) τα κακά πνεύματα θα έρθουν στο δωμάτιο που το έχουν αφήσει ασκούπιστο (..) και εύκολα καταλαβαίνει κανείς πόσο μεγάλης αξίας είναι η μελέτη αυτή στην ανάλυση και ερμηνεία τόσο αινιγματικών ανθρώπων, όπως οι Ιάπωνες. «Ο Χερν σκέφτηκα πάρα πολλά για πράγματα για τα οποία εμείς οι μορφωμένοι Ιάπωνες δεν σκεφτόμαστε τίποτα» είπε ένας εξαιρετικά καλλιεργημένος καθηγητής στο Τόκιο με σαρκαστικό τόνο.

Αυτός ο σαρκασμός δείχνει ακριβώς την επιτυχία του Χερν’ μπόρεσε και διάβασε το συλλογικό ασυνείδητο της Ιαπωνίας επειδή ήταν τόσο οικείο και στο δικό του ασυνείδητο, το οποίο θεωρούσε και ως πηγή έμπνευσης, όπως έχουμε δει. Το ότι βρήκε την πρακτική χρησιμότητα των ιαπωνικών μύθων στην καθημερινή ζωή είναι μια τρανταχτή απόδειξη συμφιλίωσης με τον δικό του σκιώδη κόσμο, που μέσω αυτής της διαπίστωσης απέβαλε τον μανδύα του τρόμου.

Διατυπώνοντας ότι τα φαντάσματα στην Ιαπωνία έχουν λόγο ύπαρξης φιλικό και όχι τρομακτικό στους ανθρώπους, δείχνει ότι επιτέλους βρήκε την συναισθηματική ασφάλεια που δεν πήρε ποτέ στα ταραγμένα παιδικά και νεανικά του χρόνια.

Ίσως γι’ αυτό ο Λευκάδιος Χερν αναπαρήγαγε / διάδωσε/ συντήρησε / οργάνωσε την Ιαπωνική παράδοση και εμπνεύστηκε τόσο βαθιά από αυτήν’ μύθοι, ποιήματα, τραγούδια, μέχρι και καταγραφή / ανάλυση γυναικείων ιαπωνικών ονομάτων ή εντόμων. Κάτι που συνήθως αναλαμβάνουν οι αυτόχθονες της κάθε χώρας / έθνους, με βασικό ασυνείδητο κίνητρο την συντήρηση της δικής τους οικογενειακής μνήμης όπως δομήθηκε στο αντίστοιχο περιβάλλον με τα αντίστοιχα ακούσματα.

Και επιπλέον, ήταν ο πρώτος που μετέδωσε μια εικόνα της Ανατολής στη Δύση πέρα από την συνήθη στείρα, επιφανειακή ταξιδιωτική περιγραφή, πείθοντας και τα πιο τετράγωνα μυαλά ότι όταν κανείς ασχολείται με την Ιαπωνία δεν πρέπει να την ερμηνεύει περιγράφοντας μόνο όσα φαίνονται, αλλά και χρησιμοποιώντας την δύναμη της φαντασίας που βλέπει πιο πέρα κάνοντας ορατά αυτά που είναι αόρατα στον απλό λαό.

Μ’αυτόν τον τρόπο ο Λευκάδιος έχτισε εκ νέου κ συντήρησε τη μνήμη μιάς οικογένειας που δεν απήλαυσε ως παιδί, στην χώρα που τον δέχτηκε σαν οικογένεια κ στην χώρα όπου κι ο ίδιος δημιούργησε οικογένεια.

Ο ποιητής της μυωπίας

Όσο ο Χερν ήταν ακόμα μαθητής, συνέβη το ατύχημα που του στέρησε το ένα του μάτι (εκτός από την μυωπία που αναπτυσσόταν στο άλλο) και σταμάτησε την καλλιέργεια ενός άλλου του ταλέντου, της ζωγραφικής. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η όραση του ήταν εκ γενετής ελαττωματική, αλλά εντάθηκε σε σημαντικό βαθμό με την πλήρη απώλεια όρασης στο ένα μάτι, γεγονός που του δημιούργησε έναν συνεχή τρόμο μήπως χάσει ολοκληρωτικά την όραση του και ένα μόνιμο αίσθημα κατωτερότητας ως προς την εμφάνιση του: Χαρακτήριζε τον εαυτό του «παραμορφωμένο» και πίστευε ότι είχε «απαίσια εμφάνιση». Δεν είναι τυχαία η συνήθης στάση προφίλ στις φωτογραφίες του όπου έδειχνε μόνο την πλευρά με το –σχεδόν – υγιές του μάτι. Όταν δε μιλούσε σε συνεστιάσεις με ξένους συχνά κρατούσε με το χέρι το σημείο αυτό.

Να σημειώσουμε λοιπόν εδώ ότι ακόμα ένα παράδειγμα της υπέρβασης είναι παραδόξως ο γόνιμος ρόλος που έπαιξε στην δημιουργία του η μειωμένη του όραση. Πέρα από το αίσθημα κατωτερότητας του για το μάτι που είχε χάσει και τον διαρκή του φόβο μην τυφλωθεί, συναντάμε στους βιογράφους του τον χαρακτηρισμό «ο ποιητής της μυωπίας».

Μήπως η έλξη του για τους αόρατους, σκιώδεις κόσμους οφείλεται κατά ένα μέρος και στην αδυναμία του να διακρίνει καθαρά τον ορατό κόσμο;

Ας θυμηθούμε την κεντρική τραυματική εμπειρία της παιδικής του ηλικίας όπου τον άφηναν μόνο στο σκοτάδι. Είναι η μνήμη αυτών των σκοτεινών μορφών με το ακαθόριστο σχήμα που αντί να του δημιουργούν εφιάλτες, τον εμπνέουν. «Και από τη στιγμή που οι αναλογίες των λεπτομερειών εξαρτώνται κατά πολύ από την ποιότητα της όρασης, ένα τοπίο υποβάλλει λιγότερο τον άνθρωπο με την οξυμμένη όραση απ’ ότι τον μύοπα. Όσο πιο οξεία είναι η όραση, τόσο μικρότερου βάθους είναι η εντύπωση που δημιουργείται (..) Η υποβλητικότητα της μορφής εξαφανίζεται αμέσως όταν εμφανιστεί ένα δυνατό φως. Όταν κοιτάμε ελκυστικά αντικείμενα αμυδρά μέσα από την απογευματινή ομίχλη ή από μεγάλη απόσταση, συχνά χάνουν τον καλλιτεχνικό τους χαρακτήρα αν τα κοιτάξουμε μέσα από ένα τηλεσκόπιο».

«Αντικατέστησε τις ατέλειες της όρασης με μια ζωηρή φαντασία, μια τέλεια μνήμη (..) και με την ακοή, αυτή την τονισμένη μη πραγματικότητα που έμοιαζε με ηχώ’ αλλά ο κόσμος του ήταν ουσιαστικά δύο διαστάσεων. (..) Επίσης αξιοσημείωτο είναι το γεγονός της επιβράδυνσης της όρασης του οφθαλμού με υψηλή μυωπία. Του παίρνει περισσότερο χρόνο να δει αυτό που τελικά βλέπει απ’ ότι στον υγιή οφθαλμό. Έτσι, όλες οι κινήσεις ενός τέτοιου ανθρώπου με μυωπία πρέπει να είναι αργές και προσεκτικές, διότι διστάζει σε κάθε του βήμα (..) Η μυωπία του Χερν δημιούργησε τους τρόπους του.»

Η «γατίσια» του κίνηση – σωματικά και ψυχικά, σχετιζόταν λοιπόν και με την μειωμένη του όραση. Υπέρβαση δε αποτελεί επίσης μόνο και μόνο η συγγραφική του δραστηριότητα με τέτοιο πρόβλημα όρασης. Το πρόσωπό του σχεδόν ακουμπούσε στο χαρτί όταν έγραφε. Αλλά και γενικά το θέμα των βιβλίων (τόσο συγγραφή όσο και ανάγνωση) ήταν κεντρικής σημασίας στη ζωή του Χερν. Ακόμα και σε εποχές που μετά βίας είχε χρήματα για φαγητό ήταν μανιώδης συλλέκτης παλαιών βιβλίων.

«Wanderlust» μεταξύ Ανατολής και Δύσης

Είναι σύνηθες να εξάγονται διευκρινιστικά συμπεράσματα για την καταγωγή ενός ανθρώπου μέσω του επωνύμου του. Στην περίπτωση του Χερν, το όνομα του, πέρα από την σύνδεση του με σαξωνικές-κέλτικες-ιρλανδικές ρίζες, μας δίνει συμπτωματικά μέσω τις ετυμολογίας του κι ένα βασικό στοιχείο της ζωής του κ της προσωπικότητας του. Στις τευτονικές γλώσσες η ρίζα –irren σημαίνει περιπλανώμαι, ξεστρατίζω, Hirn σημαίνει ο εγκέφαλος ή το όργανο ενός περιπλανώμενου πνεύματος ή φαντάσματος, στη δε Δυτική Αγγλία το όνομα Hearn συνδέεται με την φυλή των Ρομά. Ο δε Χέρν λέγεται ότι ήταν περισσότερο υπερήφανος για το τσιγγάνικο αίμα που κυλούσε στις φλέβες του παρά για την προγονική γραμμή των αρχιδιακόνων και υπολοχαγών / συνταγματαρχών. Πόσο παράξενη σύμπτωση να επαληθευτεί η ετυμολογία της περιπλάνησης του επιθέτου του σαν ένα κεντρικό σημείο του βίου του. Η γερμανική / αγγλική λέξη Wanderlust (=επιθυμία για περιπλάνηση) που χρησιμοποιείται ευρέως και από τους βιογράφους του αποδίδει επίσης επακριβώς αυτό το σημείο του χαρακτήρα του.

Αν απεικονίσουμε γεωγραφικά την περιπλάνηση του αυτή θα εκπλαγούμε, διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε σε ποια εποχή αναφερόμαστε κ πόσο σπάνια ήταν μια τέτοια ζωή.

Λευκάδα – Μάλτα – Παρίσι – Δουβλίνο – Durham – Λονδίνο – Μέμφις – Νέα Ορλεάνη – Σινσινάτι – Νέα Υόρκη – Δυτικές Ινδίες – Φιλαδέλφια – Νέα Υόρκη – Ιαπωνία (Yokahama, Matsue, Kumamoto, Kobe, Tokyo)

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι και το γιαπωνέζικο του όνομα Yakumo (ο τόπος από τον οποίο προέρχονται τα σύννεφα) πάλι παραπέμπει συνειρμικά στο σκιώδες στοιχείο και κλείνει τον κύκλο..

Αλλά στην ουσία, λόγω ίσως αυτής της «τσιγγάνικης» φύσης αγαπούσε την περιπλάνηση και την αλλαγή παραστάσεων’ δεν του άρεσε η μονοτονία της παραμονής σε ένα μέρος μετά από κάποιο χρονικό όριο. « Η καρδιά μου πάντα νιώθει σαν πουλί,  που φτεροκοπά ανυπόμονα προς την εποχή της αποδημίας. Νομίζω θα ήμουν πολύ ευτυχής αν ήμουν χελιδόνι και μπορούσα να έχω μια καλοκαιρινή φωλιά κάπου μέσα στα αρχαία της Αιγύπτου ή του Παρθενώνα»”. «Αχ! Αν ήμουν πλούσιος, και είχα διεθνές ρευστό, χρυσό κοσμοπολίτικο, να είναι παντού δεκτό! Τότε νομίζω ότι δεν θα καθόμουν ποτέ μόνιμα σε ένα μέρος, θα τα επισκεπτόμουν όλα, θα περιπλανιόμουν όσο θα ήθελα. Είναι τόσο υπέροχη ευχαρίστηση η πρώτη επαφή με τους ανθρώπους σε ξένους τόπους – πριν δημιουργήσεις εχθρούς, προκαλέσεις κακές προθέσεις ή δυσφορία σε κάποιον. Μείνε αρκετά σ’ έναν τρόπο και η αυταπάτη θα τελειώσει’ θα πρέπει να περάσεις την εκεί κοινωνία από το κόσκινο των νεύρων σου για να βρεις ίσως μία καλή φιλία για να τα βγάλεις πέρα».

«Έχω την τάση να κουράζομαι από τα διάφορα μέρη, ή έστω από τα δυσάρεστα γεγονότα που αφορούν λίγο ως πολύ όλα τα μέρη και γίνονται ακόμα πιο έντονα και αφόρητα όσο πιο πολύ παραμένει κανείς. Έτσι ώστε τελικά είμαι σίγουρος ότι θέλω να περιπλανηθώ προς κάπου αλλού. Μπορείς να κατανοήσεις πόσο κουράζεται κανείς στον ίδιο τόπο’ οι μυρωδιές, τα χρώματα, τα σχήματα των Σκιών και η απόχρωση του ουρανού του και πώς οι μικροί εκνευρισμοί γίνονται κολοσσιαίοι και εξουθενωτικοί μετά από χρόνια επανάληψης».

Τελικά αυτή η διαρκής επιθυμία περιπλάνησης (WANDERLUST) ήταν όντως λόγω κληρονομικότητας στο τσιγγάνικο αίμα του; Ή εντεινόταν από το ανήσυχο πνεύμα του; Ή ήταν τελικά  μια άμυνα φυγής όταν δεν μπορούσε να διαχειριστεί τις δυσκολίες, μετά το πέρας του «μήνα του μέλιτος» της παραμονής του σ’ένα καινούριο τόπο; Ο Gould φτάνει στο σημείο να υποθέσει ότι θα έφευγε και από την Ιαπωνία, εγκαταλείποντας γυναίκα και παιδιά αν μπορούσε, και το μόνο που τον κράτησε ήταν η καλπάζουσα απώλεια της όρασης του.

Ή μήπως τελικά ήταν η προσπάθεια της περισυλλογής των κατακερματισμένων τμημάτων του εαυτού του, όταν ο κόσμος του θρυμματίστηκε μετά τον χωρισμό των γονέων του και την εγκατάλειψη του κι από τους δύο;

Υπάρχουν για όλους τους ανθρώπους κάποια συγκεκριμένα σημεία στη γη όπου τυχαίνει το περιβάλλον να μας ταιριάζει τόσο πολύ, σαν να είναι εκδήλωση του εγώ μας σαν ολόγραμμα’ παρελθόν, παρόν και μέλλον.

Αυτό ακριβώς συνέβη στον Χερν στην Ιαπωνία «Ο Χερν είχε κουραστεί από την ακραία βιαιότητα και τραχύτητα του Δυτικού πολιτισμού και έψαχνε το δρόμο προς το αληθινό σπίτι του μυαλού του.

The ghastly must become the ghostly

Η τελευταία αυτή φράση είναι φράση κλειδί για την πορεία του Χερν: Το φρικιαστικό κομμάτι του αοράτου, προϊόν των τραυματικών του εμπειριών που σχετίζονται με την βιαιότητα και την τραχύτητα της Δύσης πρέπει να μεταμορφωθεί σε μυστηριακό’ το αληθινό σπίτι του μυαλού του στην Ανατολή.

Ανακεφαλαίωση: Η υπέρβαση-γεφύρωση του Χερν’ how the ghastly became ghostly

Οι αναμνήσεις του Χερν από την νεαρή του ηλικία είναι εξαιρετικά θολές. Αναφερόμενος αργότερα σ’ αυτήν την περίοδο της ζωής του στην Ιαπωνία, λέει σ’ έναν μαθητή ότι παρόλο που κάποιοι από τους συγγενείς του ήταν πλούσιοι, κανένας τους δεν προσφέρθηκε να πληρώσει ώστε να μπορέσει να τελειώσει τις σπουδές του’ και παρόλο που μεγάλωσε σ’ ένα πολυτελές σπίτι περιβαλλόμενος από τον δυτικό πολιτισμό, υποχρεώθηκε να μορφωθεί μόνος του ενάντια στις καταιγιστικές δυσκολίες και ως αποτέλεσμα της παραμέλησης των συγγενών του σχεδόν έχασε την όραση του, πέρασε δύο χρόνια κλινήρης  και εξαναγκάστηκε να εργαστεί ως υπηρέτης. Αν και υπάρχει εδώ μια δραματοποίηση ή και παραποίηση των γεγονότων από τον ίδιο τον Χερν, αυτό ενισχύει ακόμα περισσότερο το ψυχικό βάρος των βιωμάτων του.

Παρόλο το βάρος αυτό όμως, σε ένα γράμμα του προς την αδελφή του ο Χερν αναφέρει το εξής:

«Ο χαρακτήρας θεωρώ ότι μορφοποιείται οριστικά μόνο μέσω πάλης’ και μπορεί κανείς να μάθει σίγουρα την αξία της αγάπης και της καλοσύνης μόνα αν έχει μακρά εμπειρία των αντιθέτων τους. Νομίζω έχω ωριμάσει αρκετά καλά από τις παγωνιές της ζωής και θα μπορούσα να είμαι τώρα ένας καλός αδελφός τώρα. Δεν ήμουν έτσι ως παιδί, ήμουν σωστό ζιζάνιο.»

Δεν ενδόβαλλε από παιδί τα τραύματα του, ήταν πολύ ζωηρός και εκδηλωτικός, και το διαχειρίστηκε σωστά αντιλαμβανόμενος ότι ο χαρακτήρας σχηματίζεται μέσα από εμπόδια και κακουχίες!  Ιδού το αποτέλεσμα της εφαρμογής του μηχανισμού της ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ’ παρόλο που οι κακουχίες που υπέστη στην παιδική του ηλικία ήταν καταιγιστικές, πάνω του, εντός του και εκτός του:

  • Ο πατέρας του απουσίαζε
  • Η μητέρα του ήταν συναισθηματικά το λιγότερο ασταθής
  • Έχασε το ένα του μάτι
  • Οι γονείς του χώρισαν κ τον εγκατέλειψαν
  • Οι συγγενείς που τον ανέλαβαν χρεωκόπησαν και βρέθηκε «μη έχων που την κεφαλή κλίναι» στην Αμερική.

Ακόμα όμως κι αυτό το τελευταίο γεγονός το αναφέρει ως ευεργετικό, ενισχύοντας εκ νέου την ιδέα μας περί υπέρβασης:

«Έτσι έχασε ο Λευκάδιος Χερν την περιουσία που θα κληρονομούσε, αλλά αν είχε κληρονομήσει, θα είχε ποτέ γίνει ο καλλιτέχνης που ξέρουμε; Συνήθιζε να λέει ότι τα ισχυρά χτυπήματα και η διανοητική πείνα ήταν γι’αυτόν ένα απαραίτητο ερέθισμα για δημιουργική εργασία (..). “Καθένας που μου κάνει κακό, μου κάνει έμμεσα καλό. Πιέζομαι να αποδεσμευτώ από τα αγαθά του κόσμου και να αφοσιωθώ στα αγαθά της φαντασίας και του πνεύματος..”» (..)

Επομένως, η μορφή του Λευκάδιου Χερν, εκτός από την τεράστια λογοτεχνική του προσφορά μας άφησε κληρονομιά τρία παραδείγματα προς έμπνευση και μίμηση:

  • ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΠΙΤΥΧΟΥΣ «ΠΟΛΙΤΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ»

Ο Χερν , πρωτοπόρος στην εποχή του, όπου η φράση «παγκοσμιοποίηση» αφορούσε μόνο μια σαρωτική αποικιοκρατική πολιτική, περιπλανήθηκε όσο λίγοι για να καταλήξει στην Ιαπωνία, αποδεικνύοντας ότι μερικές φορές ο εαυτός μας βρίσκει τις ρίζες του (το αληθινό σπίτι του μυαλού του, αλλά κ της καρδιάς του) μακριά από την πατρίδα που τον γέννησε. Ο Χερν είπε την εμβληματική φράση «πίσω από την επιφάνεια, όλες οι καρδιές μοιάζουν μεταξύ τους».

Δεν υπέκυψε ποτέ και σε καμία σύμβαση της εποχής που θα του απαγόρευε να συγχρωτίζεται με οποιονδήποτε «παρία» ακόμα και με υψηλό κόστος’ αναγνώρισε όμως εκ των υστέρων και τα όρια που πρέπει να μπαίνουν κάποιες φορές στις σχέσεις των ανθρώπων.

  • ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΠΙΤΥΧΟΥΣ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΨΥΧΙΚΩΝ ΤΡΑΥΜΑΤΩΝ

Με ένα βαρύ ιστορικό από την πλευρά της μητέρας, με μία ελαττωματική, στα όρια της τύφλωσης, όραση και με εμφανείς ψυχοπαθολογίες που ταλαιπωρούσαν και τον ίδιο, μέσα σε συνθήκες ζωής συχνά στα όρια της επιβίωσης, δεν υπήρξε στιγμή που να μην εξασκεί την κεντρική δημιουργική δραστηριότητα της ζωής του: γράψιμο και διάβασμα.

Μαζί με το προστατευτικό περιβάλλον της οικογένειας του στην Ιαπωνία, αυτή η δημιουργικότητα ήταν που τον κράτησε οριακώς ψυχικά υγιή. Και ας μην ξεχνάμε ότι όπως και κάθε άνθρωπος, ο Χερν ήταν αυτή η σπάνια προσωπικότητα που ξέρουμε, με το έργο που όλοι θαυμάζουμε όχι αν και, αλλά διότι έζησε όλα αυτά που έζησε και έπασχε από αυτά που έπασχε. Οπότε να πώς προκύπτει για όλους εμάς και το:

  • ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΣΤΙΓΜΑΤΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΠΑΘΗΣΗΣ

Ακόμα και στη σημερινή εποχή, ο ψυχικά ασθενής, ακόμα κι όταν αποθεραπευτεί, περιβάλλεται από μια αύρα απώθησης και φόβου. Θεωρείται ανίκανος να δημιουργήσει και έκπτωτος της ζωής ακόμα κι από τους οικείους του.

Αν ισχύουν επακριβώς τα δεδομένα που μας έχουν μεταφερθεί για τον Χερν, έχουμε να κάνουμε εδώ με έναν χρόνιο ψυχικά πάσχοντα που αποτελεί μετά από έναν αιώνα και πλέον παράδειγμα δημιουργικότητας, καλλιτεχνικής προσφοράς και επίδρασης στην τέχνη και στη ζωή διαρκώς επεκτεινόμενης.

Ας αφήσουμε λοιπόν επιτέλους τις προκαταλήψεις για τις ψυχικές παθήσεις στην θέση που τους αρμόζουν’ ένα θλιβερό ιστορικό στιγμιότυπο του παρελθόντος, ένα παράδειγμα προς αποφυγή.

Επίλογος

Η παρούσα εργασία ολοκληρώθηκε μεν χρονικά, ώστε να παρουσιαστεί στο διήμερο αφιέρωμα στον Λευκάδιο Χερν (9-10/5/2014) στην Λευκάδα, αλλά παραμένει υπό επεξεργασία και ελπίζω στη σύντομη ολοκλήρωση της. Η πολύπλευρη φύση του Λευκάδιου Χερν γεννά άπειρα παρακλάδια ιδεών και προβληματισμού και καθιστά το πλέον εύφορο έδαφος για διεπιστημονικές μελέτες.

Ευχαριστώ ιδιαιτέρως την κυρία Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού για την ευγενική της πρόσκληση και την άψογη φιλοξενία.

Το ταξίδι στο σύμπαν του Λευκάδιου Χερν δεν θα ήταν βεβαίως εφικτό χωρίς την πρωτοβουλία κ άοκνη εργασία του κυρίου Τάκη Ευσταθίου κ φυσικά του Bon & της Shoko Koizumi.

Τέλος ευχαριστώ την Μαρία Γενιτσαρίου, συνταξιδιώτη μου εξ αρχής στην εξερεύνηση αυτή.

Βιβλιογραφία

  • Bisland, Elizabeth, The life and letters of Lafcadio Hearn, Vol I & II,  Houghton Mifflin Company, The Riverside Press Cambridge, Boston and New York 1906
  • Gould, George M. M.D., Concerning Lafcadio Hearn, T. Fisher Unwin, London, Leipzig 1908
  • Hearn, Lafcadio, Shadowings, Little, Brown, and Company,  Boston 1919                              
  • Kennard, Nina H., Lafcadio Hearn. Containing some letters from Lafcadio Hearn to his half-sister, Mrs. Atkinson, D. Appleton and Company, New York 1912
  • American Psychiatric Association, Diagnostic criteria from DSM-IV-TR., Μετάφραση Κώστας Γκοτζαμάνης, Ιατρικες εκδόσεις Λίτσας, Αθήνα 2004
  • Επιτροπής φιλολόγων, Σύγχρονον Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, Εκδοτικός Οργανισμός Διαγόρας, Αθήνα 1961
  • http://el.wiktionary.org/wiki

Summary: The extraordinary life of Lefkadio Hearn:  A paradigmatic creative processing of a traumatic childhood

Dipl.Psych Efterpi Rizou

Patrick Lefkadio Hearn (Yakomo Koizumi) achieved a worldwide fame as a keen journalist in the United States and a one-of-a-kind researcher, writer and scholar in the Japanese culture and literature. Apart of this remarkable achievement, from the clinical psychologist’s point of view, his life consist an extraordinary case of transgression, regarding his deeply troubled childhood (his distorted relation with his father and mother, his poor eye-sight, the loss of his inheritance are some distinctive examples). We will go through his case history and illustrate comprehensively his unique way of processing through his well known creativity, instead of a probably expected and totally justified profound psychopathological personality structure.

Dipl. Psych. Ευτέρπη Ρίζου

Κλινική Ψυχολόγος Παν/μίου Βερολίνου (FU Berlin),

Registered Euro-Psy Psychologist (Clinical & Health), Μέλος Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων (ΣΕΨ), Μέλος Συλλόγου Γερμανών Ψυχολόγων (BDP)

Σαρανταπόρου 18 17671 Αθήνα

210 9536752, 690 9684037

depyrizou@gmail.com

Dipl. Psych ΝΤΕΠΗ ΡΙΖΟY

DIPL. PSYCH ΝΤΕΠΗ ΡΙΖΟY

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Σαρανταπόρου 18 17671
Καλλιθέα, 4ος όροφος

Τ: 2109536752
K: 6909684037
email: depyrizou@gmail.com

Δείτε επίσης...

T: +30 210 953 6752

M: +30 690 968 4037

Σαρανταπόρου 18 17671
Καλλιθέα, 4ος όροφος